Το «Almanya – Καλώς Ήρθατε στη Γερμανία» αφηγείται τη γεμάτη χιούμορ και συγκίνηση ιστορία του Τούρκου Χουσεΐν Γιλμάζ, ο οποίος στα μέσα της δεκαετίας του Ά60 αποφάσισε να αφήσει πίσω του τα πάτρια εδάφη και να μεταναστέψει με τη σύζυγό του, Φατμά, και τα τρία τους παιδιά στη Γερμανία, με σκοπό να γίνει ένας από τους Gastarbeiter, τους «φιλοξενούμενους εργάτες», δηλαδή, της χώρας.
Βασισμένο κατά ένα σημαντικό μέρος του σε προσωπικές εμπειρίες της σκηνοθέτριας Γιασεμίν Σαμντερελί και της αδελφής της και συν-σεναριογράφου Νεσρίν Σαμντερελί, το μεγάλου μήκους κινηματογραφικό τους ντεμπούτο «Almanya – Καλώς Ήρθατε στη Γερμανία», σκιαγραφεί το πορτραίτο μιας πολυμελούς οικογένειας Τουρκογερμανών, η οποία βρίσκεται με το ένα πόδι στην Ανατολή και το άλλο στη Δύση, υιοθετώντας από τη μία τη γερμανική κουλτούρα, αλλά αρνούμενη, από τη άλλη, να αποχωριστεί τα ήθη και έθιμα της «μαμάς» Τουρκίας.
Η ταινία έχει τιμηθεί με δύο σημαντικά βραβεία German Film Awards (Χρυσό Βραβείο Καλύτερου Σεναρίου & Ασημένιο Βραβείο Καλύτερης Ταινίας), απέσπασε Βραβείο Κοινού στο Διεθνές Φεστιβάλ του Σικάγο, προβλήθηκε εκτός διαγωνιστικού τμήματος στο Διεθνές Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου, ενώ αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες εισπρακτικές επιτυχίες στη Γερμανία ξεπερνώντας το 1,5 εκατομμύριο σε εισιτήρια (σύνολο εισπράξεων: 9,2 εκατ. ¤).
Μια ακαταμάχητα feelgood παραγωγή για το χάσμα των γενεών, τις πολιτισμικές διαφορές, την εθνική ταυτότητα και την νοσταλγία για το παρελθόν.
Υπόθεση
Ο 70χρονος Χουσεΐν Γιλμάζ, μετά από 45 χρόνια διαμονής στη Γερμανία, όπου πρωτοπήγε στα μέσα της δεκαετίας του Ά60 ως Gastarbeiter («φιλοξενούμενος εργάτης»), ανακοινώνει στην οικογένειά του ότι αγόρασε ένα σπίτι στην Τουρκία, και ζητά να τον βοηθήσουν να το ανακαινίσει. Για εκείνον πρόκειται για ένα ταξίδι-επιστροφή στην πατρίδα, για τους υπόλοιπους όμως είναι μια περιπλάνηση σε μια ΅άγνωστηΆ χώρα. Η πρότασή του, λοιπόν, όχι μόνο δε γίνεται δεκτή με ενθουσιασμό, αλλά προκαλεί τριγμούς ανάμεσα στα μέλη της οικογένειας, αρκετά εκ των οποίων μοιάζουν να μη μπορούν να αποφασίσουν αν νιώθουν περισσότερο Τούρκοι ή Γερμανοί.
Παράλληλα, η Τσανάν, η φοιτήτρια εγγονή του Χουσεΐν, έχει τα δικά της προβλήματα, ερχόμενη αντιμέτωπη με μια ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη, την οποία παλεύει να κρατήσει κρυφή από τη μητέρα της. Υπάρχει πάντως κάποιος που τη βοηθάει να ξεχνιέται: ο 6χρονος ξάδερφός της Τσενκ, ο οποίος της ζητάει να του διηγηθεί την απίθανη ιστορία γνωριμίας ανάμεσα στον παππού Χουσεΐν και τη γιαγιά Φατμά, τότε που οι δυο τους ήταν ακόμη δύο ντροπαλοί νέοι σε ένα γραφικό χωριουδάκι της μακρινής Ανατολίας. Και, κυρίως, πώς ο Χουσεΐν κατέληξε να γίνει ο… 1.000.001ος Gastarbeiter της Γερμανίας!
Το Κύμα της Μετανάστευσης στη Δεκαετία του Ά60
Λίγο μετά το τέλος του ΒΆ Παγκοσμίου Πολέμου ένας μεγάλος αριθμός εταιρειών στη Δυτική Γερμανία άρχισαν να διαμαρτύρονται για την έλλειψη εργατικών χεριών. Ένας από τους βασικούς λόγους επί τούτου ήταν πως η χώρα είχε υποστεί σημαντικότατες απώλειες σε έμψυχο δυναμικό κατά τη διάρκεια του πολέμου. Στα μέσα της δεκαετίας του Ά50 ολοκληρώθηκε η πρώτη συμφωνία για προσλήψεις εργατών εκτός Δυτικής Γερμανίας, η οποία αρχικά αφορούσε αποκλειστικά σε Gastarbeiter («φιλοξενούμενους εργάτες») από την (πρώην σύμμαχο) Ιταλία, ενώ λίγο αργότερα τα σύνορα άνοιξαν και για Gastarbeiter από την Ισπανία και την Ελλάδα.
Στις αρχές της δεκαετίας του ΅60, και με βάση μια συνθήκη προσλήψεων που υπεγράφη από τις κυβερνήσεις της Δυτικής Γερμανίας και της Τουρκίας, άνδρες και γυναίκες από όλη την Τουρκία άρχισαν να καταφθάνουν κατά χιλιάδες στη Δυτική Γερμανία ως Gastarbeiter. Ήδη το 1961 ο αριθμός τους ανερχόταν σε 826.000. Η Τουρκική κυβέρνηση θεωρούσε πως η συγκεκριμένη συνθήκη θα αποτελούσε μια καλή ευκαιρία για την επίλυση διαφόρων εγχώριων κοινωνικοοικονομικών ζητημάτων, τη στιγμή που στη Δυτική Γερμανία ευελπιστούσαν πως τα πολλά φθηνά εργατικά χέρια θα βοηθούσαν στο χτίσιμο του «οικονομικού θαύματος» στο οποίο και αποσκοπούσαν εξαρχής. Συν τοις άλλοις, υπήρχε ένα γενικότερο ενδιαφέρον των ΝΑΤΟϊκών δυνάμεων, που αφορούσε στην ισχυροποίηση της θέσης της Τουρκίας στην ευρύτερη περιοχή, κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου.
Η πλειοψηφία των μεταναστών από την Τουρκία κατέφθανε στη Δυτική Γερμανία με τρένα από την Κωνσταντινούπολη, τα οποία είχαν κατασκευαστεί ειδικά για αυτόν τον σκοπό. Το ταξίδι διαρκούσε τουλάχιστον 50 ώρες, καθώς τα τρένα έπρεπε να διασχίσουν και ένα κομμάτι της βορείου Ελλάδας. Χρειάστηκε να φτάσουμε στη δεκαετία του Ά70 για να βρεθεί μια πιο σύντομη διαδρομή, μέσω Βουλγαρίας. Μέχρι το 1973, οπότε και ολοκληρώθηκε η περίοδος της εισροής ξενόφερτου εργατικού δυναμικού, οι μετανάστες στη Δυτική Γερμανία ξεπερνούσαν τα 4 εκατομμύρια. Οι Τούρκοι που αναζήτησαν μια καλύτερη τύχη στη Δυτική Γερμανία μέσα σΆ αυτό το διάστημα, ξεπέρασαν τα 2,6 εκατομμύρια. Όσοι από αυτούς κρίθηκαν ικανοί να εργαστούν, πήραν την άδεια να εγκατασταθούν στη χώρα. Όταν από ένα σημείο και μετά άρχισε να επιτρέπεται να φέρνουν μαζί και τις οικογένειές τους ή και να παντρεύονται ντόπιους, ο πληθυσμός των Τούρκων μεταναστών άρχισε να αυξάνεται διαρκώς, φτάνοντας στο σημείο σήμερα να ζουν στην (ενωμένη πια) Γερμανία Τούρκοι μετανάστες 4ης γενιάς.
Με βάση την απογραφή του πληθυσμού που διεξήγαγε η γερμανική στατιστική υπηρεσία το 2009, στη χώρα έφτασαν να ζουν περί τα 6,7 εκατομμύρια μετανάστες, με τους Τούρκους να αποτελούν την πλειοψηφία, καθώς ανέρχονταν σε 1,66 εκατομμύρια.
Σκηνοθεσία:
Γιασεμίν Σαμντερελί
Σενάριο:
Γιασεμίν Σαμντερελί & Νεσρίν Σαμντερελί
Πρωταγωνιστούν:
Φαχρί Γιαρντίμ, Πέτρα Σμιντ-Σάλερ, Ντένις Μοσκίτο, Βεντάτ Εριντσίν, Αϊλίν Τεζέλ,
Λιλάι Χουζέρ, Ντεμέτ Γκιούλ, Ραφαέλ Κουσούρης
Παραγωγή: Αντρέας Ρίχτερ, Ούρσουλα Βέρνερ, ¶νι Μπρούνερ
Διεύθυνση Φωτογραφίας: Νγκο Τε Τσάου
Φωτισμοί: Μπέντζαμιν Ντραϊτχάλερ
Σκηνικά: Αλεξάντερ Μανάσε
Μακιγιάζ: Τατιάνα Κράουσκορπφ, Κοστάνζ Μαντλίντλ
Κοστούμια: Στέφι Μπρουν
Μουσική: Γκερντ Μπάουμαν
Χώρα / Έτος Παραγωγής: Γερμανία / 2010
Διάρκεια: 97 λεπτά
Ημ/νία εξόδου: Κυριακή του Πάσχα 5 Μαῒου 2013
Εταιρεία Διανομής: Lightbox Entertainment
Σε συνεργασία με το GoetheInstitut – Athen
Χορηγός Επικοινωνίας: akous.gr